27 Μαΐ 2009

η σκόνη μιας εποχής


στης μονμαρτης τα στενα σεντονια,με στενευε η ψυχη μου ανηφοριες με ξενους και ξενους ζωναρια τα φιδια που σφιγκουν μια νυχτα που θα μπορουσε ,το ξερω,να ητανε λουλουδι και θυμιαμα.μια μητερα περναει στο απεναντι πεζοδρομιο και στο στηθος της μια πληγη , σφιγκει το χερακι του παιδιου της,εχω και γω μια πληγη που ειναι ομορφη και κοφτερη εχω και γω μια ,δεν μπορω χωρις αυτην,της παιζω μπουζουκακι καθε απογευμα καθε καλοκαιρακι και με το παραπονο τη βγαζουμε,τα φερνουμε βολτα,κλαινε μαζι κι οι θαλασσες του κοσμακη μου.σωμα αδυναμο και λιγο που θα διαρκεσει η γιορτη του,ποσο ακομη θα ιπταται η γιορτη σαν σκονη αλαφιασμενη μεσα σε δωματιο εξαρχειων,εδω λοιπον που ειμαστε βλεπουμε ποθουμε εκεινη την παθιαρα νυχτα που ειναι νυχτα και των αλλων και δικια μου τοσο δα δικια μου στριφογυρναω και γυρναω και ζαλιζομαι δες με πως το χορευω το παθος ,στην ιδια γειτονια γυρναω εκει περισσευει η ψυχη μου εκει αναβει φως και εχω κεφι να σε περιμενω να περιμενω και το παιδι που ημουνα,οσα χρονια κι αν περασουν εκει θα ειμαι στην ιδια γειτονια ποιος ξερει ποιος ειναι μεσα μου και θελει εκει να οδηγουν τα βηματα μου,ποιος ειναι αυτος που με κατοικει και με στελνει εκει,χαμογελω και ψαχνω ,το σεντονι της σκηνης παιρνει χρωματα κι ειναι νυχτα ,να σε παρει η ευχη ,να σε παρει η ευχη οι ιδιες σκιες στο θιασο μας σχηματιζουμε τις ιδιες σκιες,την ιδια μυρωδια ουισκυ τις ιδιες στιγμες να χαρακωνουν τα συννεφακια νικοτινης,την ιδια αμερικη μαροκο βερολινο καλιφορνια τα ιδια δυτικα προαστεια,μετα εισαι γυμνη καπου στο χαιδαρι κι ειναι μπροστα μας μια κατηφορα λαμπρη ατελειωτη της μιας νυχτας ατελειωτη κι οι καμπανες χτυπανε τις ωρες της ζωης,αναμεσα σε θριαμβους κι ελπιδες κι οραματα καινουργιες αρχες καινουργια χαμογελα αστραφτει ζωη αστραφτει αγαπη η φαντασια μου και πεφτει απ τα βραχια ,πεφτει σαν σε ονειρο η εφιαλτη ,δυο μικροι κοκκοι αμμου στο ματακι του συμπαντος που κι αυτο μια σταγονιτσα θα ειναι απο κεινα που δεν ξερουμε απο τα λιμανια που δεν θα γευτουμε,μια ξυνη σταγονα που πεφτει στο αρχιπελαγος και στην αιωνια αρμυρα.μια ακομη βραδια στη βουδαπεστη σ ενα ξενοδοχειο που απο κατω εχει μια θαλασσα βαθεια απατη θαλασσα πλεει το κτιριο στη θαλασσα της βουδαπεστης ενα βιολι κορδελες ριχνει να σωθουμε να μας συμβιβασει με τα μεγαλα βαθη.κι εκεινο το αραχνουφαντο μεταξενιο μπλουζακι που κρυβει τα στηθακια της,τα επικινδυνα στηθακια της.παρε με μαζι σου αποψε θα φοραω μια μασκα με το χαμογελο των εικοσιδυο ακριβως,θα παρω το λεωφορειο των εικοσι δυο και τριαντα και παω οπου ζητησεις ,θα παρω οτι σκονισμενο ρουχα απ τη βαλιτσα μου και καλα καλα δεν θα θυμαμαι πως ηταν δικα μου και καποτε τα φορουσα φρεσκα και σιδερωμενα.της μανας μου τα θλιμενα σιδερωματα,οι τσακισεις στα παντελονια,τα θλιμενα γελια ,οι μελαγχολικες μας ελπιδες,το πικαπ που εφερε ο πατερας μου κατι χριστουγεννα θλιψη που σπινθιριζε και μαζι σαλιωνε τ απογευματα και τις πουπουλενιες προσδοκιες.μετα επρεπε να φευγω να παω να βρω τη μοιρα μου στα νησια μια βδομαδα μονο καθε καλοκαιρι κι επεστρεφα και αντικρυζα μ αλλα ματια το μικρο μου δωματιο το μελαγχολικο σπιτικο της χωριζαν τα μονοπατια μας λιγοστευε ο χρονος εκεινη η λαμψη των νησιων εκεινη η χαρα που δεν μοιραζοτανε σε ισες φετες.οδηγω ενα αυτοκινητο με τη σιγουρια του δρομου που τον γνωριζω και τον εμπιστευομαι ο αφελης ειμαι χαρουμενος χαραζω πορεια ο αφελης πεφτω στις ιδιες λακκουβες ο αφελης ,πατερας παιδιου ζεστη νυχτα οδηγω ασφαλης αφελης,πού πότε πώς ποιος??παμε πιο μπροστα ,θα ητανε η εποχη που ειχα βρει το φαρμακο της θλιψης,εξατμιζα κομματια ολοκληρα απ το σωμα μου και ποσο χαιρομουν σα μπαλονι που περιφερεται στις αγκαλες των αιθερων ,φοιτητης εκδρομη με δοντια στη Θεσαλονικη,και τα μεγαλα τραπεζια που τραγουδουσαμε ολοι μαζι πως ειχαμε φυτεψει μια πορτοκαλια και το παραπονο φορουσε κι αυτο μασκα.μασκα κωμωδιας.αχ μανα μου αχ πατερα μου.λιγο περπαταω μπρος μετα παλι πισω γυρναω στις παλιες αλυτες υποθεσεις να με φιλοξενουν τα βραδια στα στοργικα τους τα χερακια ,αχ και βαχ ,δεν θα χορτασω δεν θα σας χορτασει το θηριο που φιλοξενω μεσαμου και δεν το γνωριζω ,εκεινο το απογευμα που ειχα αγορασει την κασετα media luz, μετα οι ταινιες που με ξεφουρνιζαν σε ζωες που τις διεκδικω κι αυτες σαν μετοχες μετα απο κραχ,κι εκεινη η υποκρυπτομενη αλητεια και μαγκια και πιες το ασπρο πατο,και σ ενα πιατο η ζωη να την φας,να της καταπιεις ,και αρωματα δυνατα ναι δυνατα καιτη γκρεη αρωματα,μαγκια μου και ξεφτυλικι μου κι ολα για του ανθρωπους κκι ολα να τα συγχωρεσουμε ολα να τα δουμε να τους κρυφτουμε να τα παιξουμε,να τα γελασουμε,να τα κυνηγησουμε,λιγοτερες μερες μενουν κι ολο πιο λιγο μενει σε λιγο ανοιγουν τα σχολεια ,παει το πασχα ,παει μια κοπελα να πεσει στη λιμνη ,φευεγουν και τα χριστουγεννα παει κι αλλος να πεσει στη λιμνη,τριανταφυλλενια μου που εισαι εδωτριανταφυλενια μου πως λαμπεις μες την ταβερνα,πως γεμιζει ο χωρος τριανταφυλλα κι ανοιξη ,τι μαγικο προτερημα,περπατω σε μια συνοικια της Καβαλας ακουω μια φωνη που τυφλωθηκε ακουω μια φωνη που τραγουδαει και =ψαχνω να βρω απο που ερχεται ,ποιος τραγουδαει με παει βολτες οπου θελει εκεινη οπου φυσηξει ο αερας ,μπερδευομαι ,δεν ξερω ,δεν λυνεται η ασκηση ,στις εξετασεις δεν θα περασω,,η μανα μου θα με χαιδεψει στα μαλια θα μου πει δεν πειραζει,αφηνομαι στους δαιδαλους δρομων που δεν θυμαμαι δεν θα βρω την ακρη θα γυροφερνω,θα ψαχνω απο που ερχεται το τραγουδι στους συνοικισμους ,εξω πιανει βροχη,εδω ειμαι

3 Μαρ 2009


Τα κρυα βραδακια σου διηγιομουν τα ονειρα που ειχα δει το μεσημερι
δηλαδη πως μου μιλουσε ενα νεογενητο, πως ειχα δει το νονο μου φρεσκο-φρεσκο και νεο και φιληθηκαμε κι ειμασταν ολο χαρα(που εκεινος στην πραγματικοτητα πεθαινει στον πανω οροφο κι εχουμε χρονια να μιλησουμε και να χαιρετηθουμε)
εσυ μολις ακουγες τα ονειρα μου παντα μα παντα τρομαζες και κρυβοσουν κατω απ το τραπεζι και γινοσουν μικρη σαν ποντικακι με ουρα μακρυα κι ευαισθητη και σταυροκοπιοσουνα κι ελεγες "κακο ειναι αυτο το ονειρο..αυριο θα παω στη γειτονισσα να ρωτησω...να δεις που δεν θα βγει σε καλο".Δεν πιστεψα ποτε τους φοβους σου μονο αφηνα την ψυχη μου μονη να παγωνει σαλιωμενη απ την παλαβη αγαπη σου,ηξερα απο παντα πως ειναι παραδοξη η αγαπη σου.Κατι συνεβαινε και δεν μ ενοιαζε που στο Πεδιον του Αρεως συνοδευα τα βραδυα μια τρελλη ,της αγοραζα ξανα και ξανα την ιδια γλαστρουλα μικροσκοπικη με μωβ ινδικες βιολεττες που τις λενε και σαινπωλιες, βλεπαμε και οι δυο πως ειναι το μνημειο της αγαπης μας που αρχισε να ταλαντευεται απο την πρωτη μερα.

27 Ιαν 2009

κατηφόρα


Ενα βραδυ που εφεγγε μαυρο φως
ηθελες να παμε βολτα
κι ειχες ενα αυστηρο υφος,
ειχες ενα ανησυχο υφος,
ειχες ματια μαχαιρια
τα ματια σου τρυπουσαν,
ζητουσες ολη την τελετουργια
πεινουσες για ολους τους μυθους στο πιατο σου,
θυμαμαι μια κατηφορα με νυσταγμενες πολυκατοικιες,
αφησες στο αμαξι τα ρουχα σου,
σ εβλεπαν οι νυσταγμενοι σεισμοπληκτοι γυμνη
ολογυμνη και μονη με τα ματια μαχαιρια
τη νυχτα κομματακια
τη νυχτα να τρεμει,
απ τα μπαλκονια οι νοικοκυρες
προτου κοιμησουν τα παιδια
σε ειδαν γυμνη με κεινο το αυστηρο υφος της αγαπης
και λεγαν "κοιτα τι γινεται στον κοσμο"
μετα ειπες δες με κι εσυ,κι εσυ
και μετα μου ειπες πιασε με απ το χερι,
κρυσταλλο μπαλα σαλιωμενη κατρακυλαει η νυχτα
μπαλα κρυσταλλο μαλακη κραταω την ψυχη σου
απ το χερι
δες με κι εσυ δες με κι εσυ ,μου λες
γυμνη τις κατηφορες της πετρουπολης
της κηφισιας
της δραπετσωνας
περιστεριου
τυφλη και παθιασμενη για οτι σου αξιζει
ζητα το μ'εκεινη την αυστηροτητα
σαν χρυσομαυρο δέρας της νυχτας
σαν ψυχη που ειναι να βγει
ζητα απ'τη νυχτα αποψε
ζητα το απ'τα σπιτια
απ τους νοικοκυραιους
ζητα το απ'τα ζωντανα της γειτονιας
απ'τους ερωτευμενους εφηβους
ζητα το κι απο μενα

6 Ιαν 2009

μιά μέρα ζωή


Το πρωι δεν μπορουσα να ξυπνησω μονο τρεις ωρες υπνο,κατω απ'το παπλωμα για αλλη μιση ωρα ,ειδα πως ηταν εξημιση στην ακρη της τηλεορασης που διαβαζαν τις εφημερίδες,μετα ακουσα τη μανα μου , μιλουσε ψιθυριστα στο μεσα δωματιο με τη γιαγια μου,της ελεγε να προσεχει τα παιδια οσο θα λειπει,μετα σηκωθηκα και αρχισα να πλενω τα δοντια μου με την ηλεκτρικη οδοντοβουρτσα θα εφευγα εκδρομη στη Θεσσαλονικη με τον αδερφικο μου φιλο τοτε που με αρνιοσουν κιενιωθα ολομοναχος και κανενας αλλος δεν ηξερε ποσο μονος.Μετα παρολο που βιαζομουν ανοιξα λιγο την εφημεριδα κι ειδα πως ειχαν φωτογραφιες απο την πρωτη ταξη στο σχολειο με την μπλε ποδια και μια δασκαλα μ ενα χαμογελο μουσικο κι αλλιωτικο απ οσα ειχα δει στη γειτονια μου και στο σπιτι μου,βγηκα εξω σχεδον αμεσως μποτιλιαρομαι στον περιφεριακο ,ειναι η ωρα που ολοι προσπαθουν να φτασουν τις δουλειες τους,και ο πατερας μου που θα γυρνουσε αποψε απο την Ινδονησία θα μου εφερνε ενα δισκο των Pink floyd που του ειχα ζητησει,μετα εφτασα και με περιμενε το τραινο για τη Θεσσαλονικη,οχι με αμαξι πηγαμε ,που μειναμε απο λαδι,και η φιλη του Πετρου με γνωρισε μου θυμισε πως ειμασταν απο χρονια παλιοι γνωριμοι καιδακρυζαμε και τα λεγαμε που ειχαμε μεγαλωσει στην ιδια γειτονια και τωρα εσυ ζουσες στη θεσσαλονικη κι ολη τη νυχτα μιλουσαμε και σε κοιταζα στα ματια και καποια στιγμη με ρωτησες αν με πειραζει που εισαι τοσο ερωτιαρα,μετα ηθελα να πιω ενα καφε και πηγα εκει στα σκαλακια της Διδοτου και περασε μες την νυχτα μια κοπελλα που με κοιταξε στα ματια και γελουσε μες τη νυχτα και τη ρωτησα γιατι και μου ειπε :ετσι,απλα γελαω,και παλι ολο το βραδυ του μεγαλου Σαββατου μετα την Ανασταση το περασαμε μαζι να την παρηγορω που δοντια δεν εχει και γεννηθηκε ορφανη,την αλλη μερα μια σκυλιτσα που ειχα και τη λεγαμε Μπουμπου πριν ξεκινησουμε για εκδρομη στεκοταν ακινητη για πολυ ωρα με κοιτουσε και μ' αγαπουσε,την χαιρετησα και δεν κουνιοταν δεν ανοιγοκλεινε τα ματια κι ηταν νεκρη,την ετρεξα στο γιατρο μ'ανοιχτα τα ματια οπως ηταν και δεν ξυπνησε,πεθανε νεα ,κι η μανα μου πεθανε νεα προτου την γενησουν,δεν προλαβε να γεννηθη και ηταν γι αλλη εποχη να ζησει και δεν ηρθε μαζι μας δεν ηρθε να δει το παιδι μας και το τελος του εργου,θα ηθελα να γεννησω εκεινο το ζευγαρι νεων που ηταν η μανα μου κι ο πατερας μου που εκεινος παρολο που δεν γενηθηκε ζει,και ειναι μικρο πουλί κελαιδαει στα κλαρια της αυλης της γιαγιας μου,το εμαθα αρκετα αργοτερα εκεινο το αγριο τρακαρισμα με την μοτοσυκλετα που πεθανε το προσωπο της Στέλλας,κι εμεινε θρηνος μεσα μου για παντα ,δεν ξεκολαει η βραδια στο παρτυ του Γιαννη που χορεψαμε τανγκο ερωτικο μια και μοναδικη φορα ταγκο που δεν εμαθα ποτε να χορευω και δεν πρεπει να χορευω,δεν επιτρεπει ο γιατρος εκεινος που αφηνει τα νυχια του να μεγαλωνουν εικοσι οκτω χρονια,και ντρεπεται να μας πει οτι πεθανε κι αυτος και δεν εχουν αξια οι συνταγες του που εχουν ληξει εδω και καιρο,με ρωτουσες παντα αν θα σ'αγαπουσα αν δεν μ'αγαπουσες και δεν ηξερα τι ν απαντησω,τι ν'απαντησω εκεινη τη φορα που σου εφερα ενα γλαστρακι με κυκλαμινα θα ηταν Σεπτεμβρης καπου στην οδο Αλεξανδρας,και ηταν στη Σκυρο Πασχα,και ηταν στην Παρο καλοκαιρι στο δωματιο κοντα στην Παροικιά,θα ηταν με σκηνη στο Κουφονησι,η στην Τηλο η στην Καβαλα στο Παλιό,θα ηταν στην οδο Φορμιωνος που ανεβαινες μονη μετα το μοναχικο σου σινεμα,δεν ξερω αν θα μπορουσα να κουβαλησω εκεινη τη μεγαλη βαρεια αγαπη που μου ζητας,ημουνα μονος μου στην Πτολεμαιδα οταν σε ειδα να εισαι ταμιας σε σουπερ μαρκετ και φορουσες κοκκινα μποτακια ημουνα μονος μου στην Αθηνα που ραγισε ο ουρανος κι επεφταν σκονες απ το συμπαν και τ αστερια δεν σε υπακουαν εκαναν πως δεν σε γνωριζουν δεν ηξεραν πια τα μαλια σου τα περηφανα τα σγουρα τα κοκκινα τα χρυσαφί τα μαυρα τα καταμαυρα ,τοτε που δεν ειχες πια ποδια και μονο κυλουσες γλιστρουσες αθορυβη,τοτε που πηρες την αποφαση να γινεις δεντρο και να με συγχωρεσεις να με θαψεις να με κλαψεις κι εγω συγκινηθηκα δεντρακι μου που εβγαλες ριζες στα νεκροταφια των ερωτων μας,εδωσες τη σκια σου στο πετρωμενο μου προσωπο ,ελεγες γλυκολογα σ'εμενα που δεν ειχα πια την ακοη,ειχα χασει εσενα ειχα χασει τη γεννηση μου κιοι γονεις μου δεν ειχαν ποτε γεννηθη η οικογενεια που θα με ανετρεφε,θα μ'εβγαζε στον κοσμο δεν ειχε ποτε υπαρξει,πώς κειτομαι εδω,εδω κι εσυ και γιατι χρονια και τόσα χρονια περιμενεις;

17 Δεκ 2008


Να χορεψουμε σταχτες αποψε
Βαπορι Κυριακη Αθήνα
Κυριακη πρωι και νυχτα
τον καφε μας αμεριμνα να πιουμε,
λειπεις
κοιμουνται ακομα τα παιδια που δεν γενηθηκαν,
κοιμαται η μανα σου κι η μανα μου
να χορεψουμε σε περιμενουν
να χορεψουμε μισος
να χορεψουμε χαιρετισμους
εφημεριδες στο κομοδινο ,
ο φιλος με ψαχνει δεν παω πια στα καφενεια,
λειπεις
θα εισαι χρωμα ασπρο,
να χορεψουμε το αυριο που εφυγες
να χορεψουμε μερες με χιονια,
αερα φωτια
λειπεις
σε πηρε καραβι και παει στα νησια,
ξεφτερια πουλια σκεπαζουν το φως
πονοδοντος παυσιπονα
να χορεψουμε
τη βαφτιση
να χορεψουμε τη γιορτη σου,το θανατο
να χορεψουμε πασχα στην Αιδηψο,
αποκριες ,
λειπεις
να χορεψουμε εσυ εισαι θανατος
να χορεψουμε στον Ιπποποταμο
να χορεψουμε ουισκυ
παιδι που σταματησε
λειπεις
ενα μικρο γαλαζιο στολιδι να χορεψουμε
μια καλη Κυριακη χριστουγεννων να χορεψουμε
τους δρομους να χορεψουμε
παραδοση να χορεψουμε
επιθεση να χορεψουμε
ηττα να χορεψουμε
τα Χανια να χορεψουμε και τον Τσιτσανη
λειπεις
τα μπουτια της να χορεψουμε
στης θαλασσας τα κυματα περιπατος
χαιρετισμοι δεν κλαις
τη υπερμαχω να χορεψουμε
Ανασταση εισαι εδω
το βαπορι φευγει δεν μενει αλλο
να χορεψουμε ραγιζει θανατος
απομακρυνεσαι
για νησια που ποθησαμε
για νησια που βυθιστηκαν
για νησια που ξεχασαμε
πατας τα κυματα
ολολευκο μου χρωμα
στο μαυρο θα χορεψουμε

17 Νοε 2008

η φωνή


άκουσα την φωνη σου αλλιώς,αλλιώς , συνομωσία και θρίαμβος φωνή βραχνή και μέταλλο του πολυτίμου,του ανισορρόπου ,του παραδόξου δεν περπατά μονο χορεύει φυλακισμένη,άκουσα τη νύχτα που περπάτησες γυμνή στις ταράτσες της γειτονιάς κι άλλα θαύματα έκανες μοίρασες το κορμί σου να σπαράζει κομματάκια αντίδωρο σ'όποιον ήθελε κι όποιον πεινούσε κι αλλα θαύματα κι αλλα ,περήφανα και ταπεινά μας πήρες μας παντρεύτηκες μας τάισες μας άφησες να γδέρνουμε τις ρώγες σου μας έδεσες στην τρέλα σου και δέθηκες αλλυσίδες και θεάματα στους θεατές παραδοθηκες και εμεινες αρρωστη κι αγάλματα,την τρέλλα ν'ανεχτεις να πιεις ταπείνωση αλάτι στις πληγές,κρασί μου κόκκινο και πριν αλεκτωρ, πριν αλεκτωρ και πριν αλεκτωρ λαλήσει έκταση,φτερά δρόμο κι αέρα πήρες, έκταση έγινες κι εγώ ενας σπόρος ενα τόσο δα σημάδι,μια κουκκίδα άμμου χάθηκες κι εδώ είμαι εγω σε πεζοδρόμιο ακούω λεωφορεία νύχτα Λιοσίων Κυριακής η ομιχλη μου με ντύνει με κρατάει σοβαρο ,πού θα βγεί ο δρόμος ν'αγνοώ,να περπατώ να σ'αγνοώ ,να περπατώ .